Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2014

Kυριαρχία ή ποιος θα είναι ο κυρίαρχος;

Η συζήτηση περί κυριαρχίας με βάση το κοινό ανακοινωθέν έχει ανάψει. Στο λεξιλόγιο που προβάλλεται καταγράφονται πληθώρα εννοιών: εσωτερική και εξωτερική κυριαρχία, μία και αδιαίρετη ή τρεις και διαιρεμένες και άλλα πολλά.
Το γεγονός ότι σε κάθε πολιτικά συγκροτημένη κοινωνία υπάρχει κάτι που αποδίδεται με την έννοια της κυριαρχίας είναι αδιαμφίσβητητο. Ή, είναι αυτονόητο. Το ζήτημα δεν είναι αυτό. Αλλά για να αξιολογήσεις ένα πολιτικό σύστημα πρέπει να θέσεις ένα άλλο ερώτημα: Ποιος είναι ο κυρίαρχος, ποιος είναι ο κύριος της αρχής; Η απάντηση στο ερώτημα αποκαλύπτει και το είδος της πολιτεύματος αλλά και το επίπεδο της εξελικτικής πορείας της κοινωνίας.
Με βάση το κοινό ανακοινωθέν είναι δεδομένο ότι κυρίαρχος δεν θα είναι λαός, δηλαδή η συνολική κοινωνία ή οι πολίτες. Αυτό είναι μια θέση αποδεκτή γενικά. Γι αυτό και δεν υπάρχει αίτημα από κανένα για κάτι διαφορετικό. Η κοινωνία δεν επικεντρώνεται στο πολιτικό ζήτημα παρόλο ότι το κυπριακό αποτελεί κατεξοχήν πολιτικό πρόβλημα. Ή διαφορετικά, το επίπεδο του αναπτύγματος στην κοινωνία στον παρόντα χρόνο την καθιστά ικανοποιημένη με το υπαρκτό πολιτικό σύστημα.
Ποιος θα είναι λοιπόν ο κυρίαρχος εφόσον δε θα είναι ο λαός/δήμος;
Η κυριαρχία με βάση το κοινό ανακοινωθέν αποδίδεται σε τρία μορφώματα ή νομικές κατασκευές: το κράτος και τα κρατίδια. Αυτά τα κατασκευάσματα θα κατέχουν την κυριαρχία. Όμως αυτά τα κατασκευάσματα είναι απρόσωπα. Κατοχυρώνουν ότι η κυριαρχία δεν θα ανήκει στο λαό. Αλλά δεν απαντούν στο ερώτημα: Ποιος θα την κατέχει;
Ποιος θα είναι λοιπόν ο κυρίαρχος;
Με βάση την υπαρκτή πραγματικότητα –το κοινό ανακοινωθέν δεν αναφέρει ούτε λέξη- αυτοί που θα κατέχουν την κυριαρχία θα είναι τα κόμματα που υπάρχουν στις δυο κοινότητες/πολιτείες. Αυτοί θα είναι οι φορείς άσκησης της κυριαρχίας με βάση την υπαρκτή πραγματικότητα.
Είναι αρκετό αυτό για να αποσαφηνίσουμε ποιος είναι ο κυρίαρχος; Όχι, γιατί πρέπει να συνδέσεις τον φορέα της κυριαρχίας με την κοινωνική πραγματικότητα. Και να απάντήσεις στο ερώτημα: ποιου το συμφέρον εξυπηρετεί ο φορέας της κυριαρχίας;
Το δεδομένο είναι πως αποκλείεται να εξυπηρετείται το κοινό συμφέρον , δηλαδή το συμφέρον Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Οι φορείς της κυριαρχίας μπορεί να εξυπηρετούν το ίδιον συμφέρον, το κομματικό συμφέρον, το διαπλεκόμενο συμφέρον, το συμφέρον των φορέων οικονομικής δύναμης. Διαφορετικά, ο κυρίαρχος εξυπηρετεί ατομικά ή μερικά συμφέροντα και όχι το κοινό συμφέρον.
Ποιος θα είναι ο κυρίαρχος λοιπόν με βάση την κυοφορούμενη λύση; Η υφιστάμενη πολιτική ολιγαρχία –τα κόμματα- και η οικονομική ολιγαρχία. Αυτοί θα καθορίσουν τις αποφάσεις με βάση το συμφέρον τους και όχι το συμφέρον της κυπριακής κοινωνίας συνολικά.
Ποιος θα κερδίσει και ποιος θα χάσει με βάση την κυοφορούμενη λύση; Αυτό ενδιαφέρει την κοινωνία γιατί στην παρούσα φάση της εξελικτικής της πορείας προτεραιότητά της είναι το οικονομικό και όχι το πολιτικό ζήτημα.
Η πολιτική και οικονομική ολιγαρχία θα προσπαθήσει με κάθε τρόπο να συντηρήσει και να επαυξήσει τα οφέλη της από τη λύση και φυσικά θα το επιτύχει. Σίγουρα, η κοινωνία θα έχει απώλειες με την έννοια ότι τις ζημιές που προκαλεί η λύση και οι αναπροσαρμογές που θα γίνουν, θα κληθεί να τις πληρώσει προς όφελος των λίγων της μιας ή της άλλης πλευρά ή και των δύο. Αυτό στην πράξη σημαίνει μια απομείωση των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών των πολιτών.
Τι σημαίνει σε αυτές τις συνθήκες το δημοψήφισμα;
Το δημοψήφισμα σε ολιγαρχικές πολιτείες δεν σημαίνει δημοκρατία. Η θέσπιση ενός ευκαιριακού δήμου ο οποίος καλείται μέσα σε δοσμένες συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί εν αγνοία του και χωρίς επαρκή πληροφόρηση και με κριτήριο όχι πολιτικό αλλά οικονομικό καλείται να αποφασίσει για ένα ζήτημα καθαρά πολιτικό, αποτελεί διακωμώδηση της δημοκρατίας ή πιο σωστά νομιμοποίηση της ολιγαρχίας. Γιατί ο λαός μπορεί να κληθεί να αποφασίσει «δημοκρατικά» με το «πιστόλι στον κρόταφο»!!! Δηλαδή, να επικύρωσει  έκων-άκον την βούληση κάποιου άλλου. Έτσι θα δικαιωθεί η ολιγαρχική άρχουσα τάξη που θεωρεί το λαό ως μια μάζα ηλιθίων.

ΥΓ. Όταν ένας Πρόεδρος της Δημοκρατίας εξαπατά εξώφθαλμα τους πολίτες σε σχέση με το κοινό ανακοινωθέν και οι πολίτες ούτε καν το αξιολογούν αρεσκόμενοι να εξαπατούνται, τότε αυτό δικαιώνει πλήρως την ολιγαρχική τάξη για τις όποιες επιλογές της. Γιατί φανερώνει ότι η κοινωνία από πολιτική άποψη βρίσκεται σε νηπιακή ηλικία. Και αμέσως ως καλοκουρδισμένα βιολιά αρχίζουν τις συνήθεις κακόγουστες συγχωρδίες: υπέρ ή κατά των συνομιλιών, υπέρ ή κατά της ομοσπονδίας, ισχυρή και ανίσχυρη κεντρική εξουσία και λοιπά. Κανένας δεν διερωτάται: στα πλαίσια της λύσης πώς η κοινωνία στο σύνολό της θα ενισχύσει την πολιτική της θέση, άρα και το συμφέρον της;  Άρα, η πολιτική και οικονομική ολιγαρχία δικαίως επικεντρώνεται στο πόσο επώδυνη θα είναι η λύση για την κοινωνία και όχι για τους ίδιους τους ολιγαρχικούς.

Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου 2014

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΚΑΙ Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΑΤΗΣ

Στη χθεσινή (12/2/2014) του συνέντευξη τύπου ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας υποστήριξε και τα εξής:
"Γ. Μία και μόνη η ιθαγένεια του κράτους
Αμφισβήτηση ή ανησυχίες εκφράζονται ακόμα και για τη μια και μόνη ενιαία ιθαγένεια του κράτους. Προς απάντηση, θα ήθελα να παρατηρήσω τα ακόλουθα:
Σύμφωνα με το λεκτικό του Κοινού Ανακοινωθέντος: «Θα υπάρχει μία και μόνη ενιαία κυπριακή ιθαγένεια, που θα ρυθμίζεται από την Ομοσπονδιακή νομοθεσία. Όλοι οι πολίτες της ενωμένης Κύπρου θα είναι επίσης πολίτες είτε της ελληνοκυπριακής συνιστώσας πολιτείας είτε της τουρκοκυπριακής συνιστώσας πολιτείας. Αυτή η ιδιότητα θα είναι εσωτερική και θα συμπληρώνει, και δεν θα υποκαθιστά καθ’οιονδήποτε τρόπο, την  ιθαγένεια της ενωμένης Κύπρου» (Παράγραφος 3).

Συνεπώς, είναι σαφές πως ουδείς μπορεί να αποκτήσει «εσωτερική ιθαγένεια» είτε της μίας είτε της άλλης συνιστώσας  πολίτειας, εκτός αν είναι πρώτιστα πολίτης της ενωμένης Κύπρου σύμφωνα με τον Ομοσπονδιακό Νόμο".
Ή εμείς οι πολίτες δεν ξέρουμε να διαβάζουμε ή ο Πρόεδρος έχει πρόβλημα να κατανοήσει.
Το ανακοινωθέν είναι σαφές. Λέει πως ο κάθε πολίτης θα έχει δυο ιθαγένειες -μια εσωτερική -και μια ενιαία ομοσπονδιακή/κρατική. 
Από πού βγαίνει από το ανακοινωθέν το συμπέρασμα του Προέδρου πως "είναι σαφές πως ουδείς μπορεί να αποκτήσει «εσωτερική ιθαγένεια» είτε της μίας είτε της άλλης συνιστώσας  πολίτειας, εκτός αν είναι πρώτιστα πολίτης της ενωμένης Κύπρου σύμφωνα με τον Ομοσπονδιακό Νόμο".
Πού λέει στο ανακοινωθέν πως πρώτα γίνεσαι πολίτης της Ομοσπονδίας και ύστερα της συνιστώσας πολιτείας; ΠΟΥ ΤΟ ΛΕΕΙ ΚΥΡΙΕ ΠΡΟΕΔΡΕ;
Πότε , κύριε Πρόεδρε, θα τερματίσεις τις απάτες και θα μιλήσεις ως ένα ορθολογικό ον προς τους πολίτες; Δεν βαρέθηκες τα επικοινωνιακά παιγνίδια;
ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ, κυρολεκτικά έχω αηδιάσει με τα ψέματά σου.Και φυσικά δεν σου έχω καμία απολύτως εμπιστοσύνη να διαχειριστείς την τύχη μου.

Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου 2014

Ανακοινωθέν, ερμηνείες και απάτη

Προσπαθώ και εγώ, όπως κάθε πολίτης, να κατανοήσει τα διαδραματιζόμενα σε σχέση με το κυπριακό. Και θεωρώ ανησυχητικό το γεγονός ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας το αντιμετωπίζει ως επικοινωνιακό πρόβλημα και όχι ως ζήτημα που αφορά τη ζωή των πολιτών τους οποίους υποτίθεται ότι εκπροσωπεί. Γι αυτό και συνεχίζει αμέριμνος το παιγνίδι της εξαπάτησης της κοινωνίας. Γιατί; Θα αναφερθώ μόνο σε ένα παράδειγμα.
ΕΠΙΣΗΜΟ ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ
Το επίσημο ανακοινωθέν αναφέρει: "μία και μόνη κυριαρχία, η οποία καθορίζεται ως η κυριαρχία που απολαμβάνουν όλα τα κράτη μέλη των Ηνωμένων Εθνών με δυνάμει του καταστατικού χάρτη του ΟΗΕ και η οποία  εκπηγάζει εξίσου από Ελληνοκυπρίους και Τουρκοκυπρίους".
 Η ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗ
Στην απαντητική του επιστολή προς τον Πρόεδρο του ΔΗΚΟ ο κ. Αναστασιάδης γράφει:"Το ότι η κυριαρχία εκπηγάζει εξίσου από τους Ε/Κ και Τ/Κ και όχι από  τις δύο κοινότητες, όπως είχαμε αποδεχτεί στο παρελθόν, θα πρέπει  να θεωρείται επίτευγμα αφού παραπέμπει στα συστατικά στοιχεία που  αποτελούν τον κυπριακό λαό και όχι στις κοινότητες όπως αυτές  αναγνωρίζονται και από το Σύνταγμα του 1960.
 Ως εκ τούτου καμία κυριαρχία δεν εκχωρείται χωριστά σε πολίτες που  αποτελούν το λαό ενός κράτους".
Ποια είναι η ερμηνεία που δίνει ο κ. Αναστασιάδης στην αναφορά «η κυριαρχία ... εκπηγάζει εξίσου από Ελληνοκυπρίους και Τουρκοκυπρίους»;
Πρώτον, χαρακτηρίζει την αναφορά «επίτευγμα».
Γιατί επιτυχία;
Γιατί , υποστηρίζει, ενώ στο σύνταγμα του 1960 η εξουσία εκπήγαζε από κοινότητες, τώρα εκπηγάζει από πολίτες που αποτελούν το λαό ενός κράτους.
Είναι έτσι τα πράγματα;
      1.Στο σύνταγμα του 1960 η εξουσία εκπήγαζε πάλι από Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους πολίτες. Οι πολίτες διαφορετικής εθνοτικής προέλευσης στη συνέχεια σύστηναν κοινότητες και ως τέτοιες συμμετείχαν στην άσκηση της εξουσίας.  Πιο απλά, και το 1960 υπήρχαν πολίτες Ε/Κ και Τ/Κ, αλλά η πολιτική τους έκφραση γινόταν στα πλαίσια της κοινότητας τους, κοινότητα που είχε μια μορφή αυτονομίας σε ορισμένα θέματα. Και ως κοινότητα με αναγνωρισμένα εθνικά και πολιτικά δικαιώματα συμμετείχε και στη συγκρότηση της κεντρικής εξουσίας κατά τον τρόπο που όριζε το σύνταγμα.
      2.Η θέση πως «τώρα εκπηγάζει από πολίτες που αποτελούν το λαό ενός κράτους» δεν έχει λογική βάση. Γιατί στο ανακοινωθέν τονίζεται εμφαντικά πως «η εξουσία εκπηγάζει εξίσου από Ε/Κ και Τ/Κ». Η αναφορά «εξίσου» δεν αναφέρεται στον κάθε πολίτη χωριστά ως ατομική οντότητα. Για παράδειγμα, η αναφορά  «η κυριαρχία πηγάζει εξίσου από τους Γάλλους» δεν έχει λογική βάση. Η αναφορά εξίσου αναφέρεται όχι στους Ε/Κ και Τ/Κ ως ατομικές πολιτικές οντότητες αλλά  στις εθνοτικές τους ομάδες, δηλαδή ως σύνολο, δηλαδή ως κοινότητες με διαφορετική εθνοτική προέλευση
       3.Αν δεν υπάρχει η αναφορά σε κοινότητες, όπως το 1960, δεν είναι γιατί εξαφανίστηκαν  ούτε γιατί ξεπεράστηκε η έννοια του έθνους. Ο λόγος είναι γιατί σήμερα οι τότε κοινότητες έχουν μετεξελιχθεί σε κρατίδια/πολιτείες. Δηλαδή, η ειδοποιός διαφορά σε σχέση με το 1960 είναι το γεγονός ότι τότε ήταν οι Ε/Κ και Τ/Κ ήταν ανάμεικτοι και διάσπαρτοι  σε όλη την Κύπρο και σύστηναν διακριτές εθνοτικές/πολιτικές οντότητες που τις ονόμαζαν κοινότητες, ενώ σήμερα ελέγχουν συγκεκριμένο έδαφος και έχουν συστήσει ξεχωριστά κρατίδια/πολιτείες.
      Ενώ λοιπόν το 1960 οι Ε/Κ και Τ/Κ  είχαν ως εθνοτικές ομάδες πολιτική έκφραση σε μια οντότητα που λεγόταν κοινότητα, σήμερα έχουν πολιτική έκφραση σε μια οντότητα που λέγεται κρατίδιο/πολιτεία με κύρια διαφοροποίηση την ομοιογένεια στα πλαίσια ενός ελεγχόμενου εδάφους από τη κάθε μια κοινότητα.
      ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
      -Δεν υπάρχει κανένα επίτευγμα, όπως πανηγυρίζει ο κ. Αναστασιάδης. 
      -Δεν μπορεί ο Πρόεδρος της ΚΔ να εξαπατά τόσο εξώφθαλμα τον κυπριακό λαό, λες  και απευθύνεται σε ηλίθιους ή δεν ξέρει τι λέει, γεγονός που τον καθιστα επικίνδυνο.
      -Η νέα διατύπωση αντανακλά την υπαρκτή πραγματικότητα , όπως έχει διαμορφωθεί  μετά το 1974.
       Και στο ερώτημα  «από πού εκπηγάζει η κυριαρχία;», πέρα από λεκτικές ακροβασίες, η ουσία είναι μόνο μία: από Ε/Κ και Τ/Κ ως διακριτές συλλογικές ταυτότητες και μέσω  των πολιτειών/κρατιδίων τους.  Η υφιστάμενη Κ/Δ και το ψευδο-κράτος θα εκχωρήσουν  ως διακριτές πολιτικές οντότητες κάποιες αρμοδιότητες στην Ομοσπονδιακή κυβέρνηση ή την κεντρική εξουσία.  

      Το πολιτικό ζήτημα είναι άλλο: γιατί φοβάται ο Πρόεδρος να πει την αλήθεια; Με την απάτη θα οικοδομηθεί η λύση;

Σάββατο 8 Φεβρουαρίου 2014

Το «κοινό ανακοινωθέν» ως απάτη


Τα καθεστωτικά ΜΜΕ και οι τακτικοί θαμώνες τους προσπαθούν να μας στείλουν το μήνυμα περί «της κρισιμότητας των στιγμών» και  «των δραματικών εξελίξεων». Τα  παπαγαλάκια σέρνουν τη συνήθη επωδό – τους έλειψαν οι λέξεις- με αφορμή το κοινό ανακοινωθέν για λύση του κυπριακού.
Πώς μας προέκυψε το κοινό ανακοινωθέν;
-Αρχικά, λόγω υποτίθεται της οικονομικής κρίσης, ο Πρόεδρος δεν μπορούσε  να ασχοληθεί με το κυπριακό, αφού ήταν επικεντρωμένος στην αντιμετώπιση δήθεν της οικονομικής κρίσης. Φυσικά ο Πρόεδρος δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει ποσώς την οικονομική κρίση. Αυτό που είχε ανάγκη ο Πρόεδρος και η κομματοκρατία –και πράγματι απαιτούσε αρκετό χρόνο και προσπάθεια –ήταν η διαχείριση των συνεπειών. Όχι ως προς την κοινωνία, αλλά ως προς τη διάσωση του κομματικού συστήματος. Και αφού για έξι μήνες σύσσωμη η κομματοκρατία κοροίδευε τον κόσμο νυχθημερόν «περί απόδοσης ευθυνών και τιμωρίας των ενόχων» και ο κόσμος εκτονώθηκε, πέρασε στο επόμενο στάδιο.
-Το δεύτερο στάδιο αφορούσε την έναρξη συνομιλιών για σύνταξη κοινού ανακοινωθέντος. Το επιχείρημα ήταν πως έπρεπε δήθεν να ξεκαθαρίσει η βάση των διαπραγματεύσεων. Αυτά ηταν φυσικά επικοινωνιακές ανοησίες. Ο πραγματικός στόχος ήταν να ανακτήσει το χαμένο κύρος του μέσα στην κοινωνία ο Πρόεδρος, ώστε να μπορεί να λειτουργήσει με μια κάποια αξιοπιστία στη διαδικασία που θα ακολουθούσε. Παράλληλα, στόχευε να ελέγξει στο μεγαλύτερο βαθμό τις κομματικές ηγεσίες ή να τις εντάξει στη λογική που είχε σχεδιαστεί.
-Αφού πάλι πέρασαν άλλοι έξι μήνες, με μια αστραπιαία κίνηση των ΗΠΑ οι δυο πλευρές συμφώνησαν στο κοινό ανακοινωθέν!!! Δεν έχει σημασία αν δεν έχει αποσαφηνιστεί η βάση των διαπραγματευσέων, όπως οι ίδιοι διακήρυτταν. Σημασία έχει πως ο Πρόεδρος και οι άλλοι εμπλεκόμενοι έκριναν πως οι συνθήκες είναι ΤΩΡΑ ώριμες για έναρξη των συνομιλιών.
Συμπερασματικά, οι δώδεκα μήνες διακυβέρνησης Αναστασιάδη σε σχέση με το κυπριακό χρησιμοποιήθηκαν καθαρά για επικοινωνιακούς λόγους: να ανακτήσει το κύρος του ο Πρόεδρος ως αξιόπιστος ηγέτης και να ελέγξει πλήρως στο εσωτερικό τις πολιτικές και άλλες δυνάμεις.

Από άποψη ουσίας το κοινό ανακοινωθέν δεν ενέχει ιδιαίτερη σημασία με την έννοια ότι δεν προσθέτει κάτι καινούριο. Από άποψη διαδικασία όμως είναι ιδιαίτερα σημαντικό:
-Πρώτον, αναδεικνύεται ο πρωταγωνιστικός ρόλος των ΗΠΑ. Αυτό υποδηλώνει και μια υποβάθμιση του ρόλου του ΟΗΕ αλλά και την εκφρασμένη ποικιλοτρόπως βούληση του κυρίου Αναστασιάδη να προσδεθεί πλήρως στο άρμα τους ή να λειτουργήσει ως υπηρέτης τους. Πιστεύει πως μέσα από αυτή την εξάρτηση θα εξασφαλίσει την πολιτική του επιβίωση, τη συντήρηση της κομματοκρατίας και τη δαιώνιση των συμφερόντων της οικονομικής ολιγαρχίας, την οποία υπηρετεί ως διακινητής της ιδεολογίας των νεοφιλελευθέρων και της «καλής διακυβέρνησής» τους.
-Δεύτερον, αναδεικνύεται πως ο κύριος Αναστασιάδης ουδόλως έχει απομακρυνθεί από τις πάγιες θέσεις του στο κυπριακό πρόβλημα. Πιστεύει, όμως, πως οι συνθήκες σήμερα είναι διαφορετικές από το 2004 και με την κατάλληλη επικοινωνιακή πολιτική θα μπορέσει να τις επιβάλει.
-Τρίτον, αναδεικνύεται ότι  το πρόβλημα αντιμετώπιζεται από τους εμπλεκόμενους ως καθαρά επικοινωνιακό παιγνίδι. Επομένως, αποκτά ιδιαίτερη σημασία όχι η ουσία αλλά το φαίνεσθαι, δηλαδή ο τρόπος που θα σερβίρεις το προϊόν στα άλογα όντα. Ή, οι αποφάσεις επί της ουσίας έχουν ήδη ληφθεί.
-Τέταρτον, αυτοί που θα καθορίσουν τις εξελίξεις είναι οι τρίτοι –εξωγενείς παράγοντες –και όχι η κυπριακή κοινωνία στο σύνολό της. Η κυπριακή κοινωνία –Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι -  αντιμετωπίζεται ως μάζα ηλιθίων. Σε αυτά τα πλαίσια, τα κόμματα,η κυβέρνηση και οι διάφοροι συγκατανευσιφάγοι έχουν συνείδηση της πλήρους αδυναμίας τους και θα πράξουν αναλόγως, δηλαδή θα υπηρετήσουν με συνέπεια τις όποιες εντολές γιατί και η δική τους πολιτική και οικονομική επιβίωση εξαρτάται πλήρως από τους τρίτους. Ή, όπως θα έλεγε και ο κύριος Χάσικος: «Η πολιτική που ακολουθούμε εξ ανάγκης, δηλαδή η πολιτική του μνημονίου, είναι διαφορετική από αυτή που εξήγγειλε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Αυτή η πολιτική είναι πιο ισχυρή από τη δική μας πολιτική».


Θα πει κάποιος: καλά, δε θα γίνει στο τέλος δημοψήφισμα; Θα γίνει. Γιατί να μην γίνει; Αλλά είναι γνωστό πως η βούληση των ατόμων διαφοροποιείται ανάλογα με τα δεδομένα που έχουν μπροστά τους. Με διαφορετικά δεδομένα και η βούληση της κοινωνίας θα είναι διαφορετική. Αυτό είναι και το μοναδικό πρόβλημα που έχουν να αντιμετωπίσουν οι διάφοροι επικοινωνιολόγοι. Όχι οι πολιτικοί. Και μέχρι στιγμής τα πηγαίνουν μια χαρά με μια κοινωνία που αρέσκεται να εξαπατάται και να αυτο-απατάται.

Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2014

ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΑ και ...χειροκροτήματα!!!

Η έκδοση διατάγματος από τον Υπουργό Οικονομικών  με το οποίο προνοείτο η επιβολή συγκεκριμένων όρων εργασίας σε 300 υπαλλήλους- μέλη της ΕΤΥΚ  που εργοδοτούνται στη Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα ενέχει μια ιδιαίτερη σημασία.
1.Από πλευράς κυβερνητικής πολιτικής η έκδοση διαταγμάτων είναι μια πάγια τακτική, απότοκος της μνημονιακής εποχής. Η κυβέρνηση, μπροστά στη δήθεν «έκτακτη ανάγκη», ουσιαστικά έχει ενισχύσει την εξουσία της με την έγκριση της βουλής. Ή διαφορετικά, το πολιτικό σύστημα έχει γίνει πιο αυταρχικό.
2.Από την πλευρά της κοινωνίας, η ενίσχυση του αυταρχισμού της εξουσίας αυτόματα επιφέρει περιορισμό των ελευθεριών των πολιτών.Ή διαφορετικά, στην μνημονιακή εποχή το πολιτικό σύστημα γίνεται πιο ανελεύθερο με πρόσχημα την κρίση.
3.Από την πλευρά της θέσης της εργασίας στη λειτουργία του οικονομικού συστήματος, η απόφαση δηλώνει φανερά την υποβάθμιση της θέσης της εργασίας στην αντίληψη των φορέων της εξουσίας. Ή διαφορετικά, οι φορείς της εξουσίας του κράτους υλοποιούν τις δεσμεύσεις τους να υπηρετήσουν την «οικονομική αγορά», σε βάρος φυσικά της εργασίας. Και αυτό προκειμένου να αποδοθούν τα εύσημα από τους φορείς της διεθνούς οικονομικής ολιγαρχίας μέσω των «οίκων αξιολόγησης» και να «ενθαρρυνθούν» οι ξένες επενδύσεις.
Στα πλαίσια αυτής της πολιτικής αντίληψης επιβεβαιώνεται στην πράξη η ανατροπή στις σχέσεις κεφαλαίου και εργασίας με την στήριξη των πρώτων από τους φορείς της κρατικής εξουσίας. 
4.Από άποψη επικοινωνιακή, η πρόθεση της κυβέρνησης ήταν να στείλει το μήνυμα της ματαιότητας κάθε αντίδρασης, ώστε να εξασφαλιστεί και να διαιωνιστεί το σχέδιο απόλυτης υποταγής της κοινωνίας στα σχέδια της πολιτικής και οικονομικής ολιγαρχίας.

Η ανατροπή στις σχέσεις μια χούφτας αδίστακτων πολιτικών και επιχειρηματιών από τη μια, που αφού χρεοκόπησαν το σύστημα και φόρτωσαν τα βάρη στους πολλούς και με πολλή αναίδεια προσπαθούν να παρουσιαστούν και ως σωτήρες, και της κοινωνίας από την άλλη είναι το κύριο πρόβλημα σήμερα που απαιτεί απαντήσεις.
Οι ετσιθελισμοί της κυβέρνησης είναι αναμενόμενοι. Οι πανηγυρισμοί ή και οι εικονικές διαφωνίες της πολιτικής και οικονομικής ολιγαρχίας επίσης αναμενόμενοι. Μη αναμενόμενο είναι  να υπάρχουν πολίτες που  επικροτούν τέτοιες αυταρχικές πρακτικές. Αυτοί οι πολίτες δεν έχουν συνείδηση της ελευθερίας –άρα δεν είναι ελεύθεροι- και κατήντησαν- όντας αφελείς- φερέφωνα αυτών που μηχανεύονται σχέδια εναντίον τους ή , πιο σωστά, την υποδούλωσή τους.  
ΑΠΟ ΤΗ ΣΤΙΓΜΗ ΠΟΥ Η ΠΛΕΙΟΝΟΤΗΤΑ ΜΙΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΕΙ ΩΣ ΦΕΡΕΦΩΝΟ ΜΙΑΣ ΑΔΙΣΤΑΚΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΙΑΣ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΩΝ, ΑΥΤΗ Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΜΕΛΛΟΝ.