Κυριακή 27 Φεβρουαρίου 2011

Οι διασκεδαστικές συγκρούσεις της κομματικής ολιγαρχίας ή εναλλακτική λύση:το καρναβάλι

Οι κομματικές ολιγαρχίες στην Κύπρο τόριξαν στον πεντοζάλι: άρχισαν να χορεύουν σε γρήγορους ρυθμούς μήπως καταφέρουν και εντάξουν στο ρυθμό τους και το «απαθές κοπάδι». Σε αυτά τα πλαίσια οι κομματικές αρλουμπολογίες ανταγωνίζονται με πάθος τη νοημοσύνη των πολιτών. Είναι όμως πολύ διασκεδαστικό να ακούς ή να διαβάζεις με πόση «σοβαρότητα» επιχειρηματολογούν.

Η τελευταία διασκεδαστική διαμάχη της ολιγαρχίας είναι ο λεγόμενος «Συνεταιρισμός για την Ειρήνη».Η απόφαση της Βουλής πυροδότησε μια σύγκρουση ανάμεσα στις κομματικές γραφειοκρατίες. Το τι λέχθηκε και γράφτηκε είναι τόσο γελοίο, που μόνο ένας αφελής μπορεί να τους πάρει στα σοβαρά.

Στην αντιπαράθεση λοιπόν για το αν «η Κύπρος θα γίνει εταίρος των κρατών για χάρη της ειρήνης», προβλήθηκαν επιχειρήματα μεγάλης σοβαρότητας.

Τα επιχειρήματα αυτά σχετίζονται κατά ένα ελάχιστο μέρος με την ουσία. Κυρίως αφορούν την κομματική αντιπαλότητα και τη λεγόμενη συνταγματική ομαλότητα.

1.Σε σχέση με την ουσία, δηλαδή γιατί είναι προς το συμφέρον ή μη του κυπριακού λαού η ένταξη στον Συνεταιρισμό, απάντηση δε δόθηκε. Οι μεν επικαλούνται την ΕΕ στην οποία ανήκουμε για να ενισχύσουν την επιλογή τους για ένταξη, οι δε επικαλούνται το παρελθόν και προβάλλουν ευαισθησίες για το ρόλο του ΝΑΤΟ. Ούτως ή άλλως στον παρόντα χρόνο, δεν έχει οποιοδήποτε πρακτικό αντίκρυσμα η απόφαση της Βουλής λόγω της διαφωνίας του Προέδρου της Δημοκρατίας.

2.Η δεύτερη διάσταση που προβλήθηκε είναι η πολιτειακή με την έννοια της λειτουργίας του πολιτικού συστήματος. Δηλαδή, αν η απόφαση της Βουλής συνάδει με το σύνταγμα. Ούτε αυτή η πτυχή έχει ιδιαίτερη σημασία, αφού το σύνταγμα καθορίζει συγκεκριμένη διαδικασία για ξεπέρασμα αυτών των συγκρούσεων. Επομένως είτε φωνάζουν είτε δεν φωνάζουν τα κόμματα, η τυπική διαδικασία θα ολοκληρωθεί.

3.Η τρίτη και μοναδική από άποψη προβολής από τα ΜΜΕ είναι η κομματική με την έννοια της αντιπαράθεσης των κομματικών ηγεσιών. Σε αυτά τα πλαίσια προβλήθηκαν ποικίλες προσεγγίσεις, ανάλογα με την οπτική του κάθε κόμματος. Η όξυνση της κομματικής αντιπαράθεσης σε ένα ζήτημα που ούτε από άποψη ουσίας ούτε πολιτειακά δημιουργεί κάποιο ζήτημα, έγινε αποκλειστικά για να εντάξουν «τα αρνιά στο κοπάδι». Αλλά και για να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις μελλοντικά να καταστεί δυνατόν να αλλάξει ο φύλακας του κοπαδιού.

Από την άλλη είναι γεγονός ότι – όχι σήμερα – αλλά από καιρό υπάρχει μια όξυνση στην κομματική αντιπαράθεση. Επίσης διαπιστώνεται συχνά μια σύγκρουση των θεσμικών οργάνων – βουλής και κυβερνησης -σε ποικίλα ζητήματα.

Είναι παροδικό φαινόμενο ή είναι πια ο νέος τρόπος λειτουργίας των κομμάτων;

Το φαινόμενο της όξυνσης των ολιγαρχικών κομματικών συγκρούσεων δεν είναι καθόλου παροδικό αλλά αποτελούν τις νέες συνθήκες λειτουργίας της κομματικής ζωής. Κάποιες επισημάνσεις είναι αναγκαίες.

1.Από το 2003, με την εκλογή του Τάσσου Παπαδοπούλου στην Προεδρία της Δημοκρατίας, εισήχθηκε στην Κύπρο με τις ευλογίες όλων των κομμάτων η έννοια «συγκυβερνών κόμμα». Η εξέλιξη αυτή αποτύπωνε το γεγονός ότι τα κόμματα έγιναν στην Κύπρο οι κυρίαρχοι πολιτικοί σχηματισμοί και αποφάσισαν να θέσουν τους θεσμούς της κρατικής εξουσίας στην υπηρεσία τους. Για πρώτη φορά τα κόμματα κυριολεκτικά αποφάσισαν να θέσουν το κράτος υπό τον πλήρη έλεγχό τους. Η επιλογή αυτή των κομμάτων ήταν αντισυνταγματική και καταργούσε κάθε έννοια διάκρισης των εξουσιών σε ένα προεδρικό σύστημα. Από την άλλη, ενοποιούσε την κρατική εξουσία στο πρόσωπο του Προέδρου ή καθιστούσε το πολιτικό σύστημα τελείως προσωποκεντρικό αλλά και κομματοκρατικό- ο Πρόεδρος αποφάσιζε σε διαβούλευση με εξωθεσμικά όργανα , τα κόμματα.

2.Με την εκλογή του Δημήτρη Χριστόφια στην Προεδρία της Δημοκρατίας το 2008 επήλθε μια αλλαγή. Το ΑΚΕΛ αυτοαναγορεύθηκε σε κυβερνών κόμμα. Αυτό στην πράξη σήμαινε ότι ένας κομματικός σχηματισμός ελέω θεού κυβερνούσε με τη χρήση του αξιώματος του Προέδρου της Δημοκρατίας. Και επειδή δε διέθετε καιπλειοψηφία στη βουλή – και μόνο γι αυτό το λόγο- παραχώρησε κάποια αξιώματα στοΔΗΚΟ αναγορεύοντας το σε συγκυβερνών. Όμως ήδη το κομματικό σύστημα εργάζεται με βάση μια λογική καθαρά εξουσιαστική: αυτός που παίρνει το αξίωμα του Προέδρου, ελέγχει πλήρως την κρατική εξουσία.

Η πρακτική του ΑΚΕΛ για πλήρη έλεγχο της κρατικής εξουσίας με τα δεκανίκια του ΔΗΚΟ ουσιαστικά αχρηστεύει και τη λειτουργία των θεσμών και σπρώχνει όλα τα κόμματα σε αγώνα «ζωής ή θανάτου» για κατάληψη της θέσης του Προέδρου της Δημοκρατίας. Η βουλή σε ένα τέτοιο σύστημα δεν έχει κάποιο ρόλο, παρά τη νομιμοποίηση των αποφάσεων των συγκυβερνώντων κομμάτων – αποφάσεων στο παρασκήνιο – ή της αντιπολίτευσης στα ΜΜΕ – οι συνεδρίες της βουλής δεν ενέχουν ιδιαίτερη σημασία αφού οι αποφάσεις είναι προειλημμένες - και με στόχο τις επόμενες προεδρικές εκλογές.

Αν σήμερα παρουσιάζονται προβλήματα στη λειτουργία του κομματοκρατικού συστήματος, οφείλονται αποκλειστικά στο γεγονός ότι το ΑΚΕΛ δεν θεώρησε ως εταίρο το ΔΗΚΟ στη νομή της κρατικής εξουσίας αλλά ως δεκανίκι για μονοπώληση της πλήρους εξουσίας από το ίδιο. Ή το ΑΚΕΛ δεν αναγνώρισε, με διάφορα τεχνάσματα, ποτέ το ΔΗΚΟ ως ισότιμο εταίρο στο διαμοιρασμό των λαφύρων της εξουσίας.

3.Η επικέντρωση των κομμάτων σε ένα μόνο, τη κατάληψη της «εκτελεστικής εξουσίας» για έλεγχο της πλήρους κρατικής εξουσίας, η εξουσιομανία των κομμάτων, υποδηλώνει σαφώς ότι μειώνεται σταδιακά η κοινωνική τους αναφορά. Δηλαδή, δε βρίσκουν άλλο λόγο ύπαρξης παρά μόνο της κατάληψη της εξουσίας. Επίσης αυτό υποδηλώνει και την αποϊδεολογικοποίηση της πολιτικής με την έννοια ότι δεν υπάρχουν τα διαφορετικά κοινωνικά συμφέροντα που μπορούν να εκφραστούν μέσα από τα κόμματα σήμερα.Ή ότι η σε μεγάλο βαθμό η ομοιογενοποίηση της κοινωνίας επιφέρει και την τάση για ενοποίηση της εξουσίας.

Με βάση αυτή την ανάγνωση των πραγμάτων οδηγούμαστε σε κάποια συμπεράσματα.

Πρώτο, το σύνταγμα ουσιαστικά έχει καταλυθεί από το 2003. Κάθε επίκληση του συντάγματος από τα κόμματα είναι υποκριτική.

Δεύτερο, οι σύγκρουσεις των ολιγαρχικών για νομή της εξουσίας και των συνεπακόλουθων προνομίων και πλούτου θα οξυνθούν, γιατί η εξουσία έγινε αυτοσκοπός των κομμάτων.Ή το νόημά τους είναι «εξουσία ή θάνατος».

Τρίτο, είναι αυτονόητο ότι όλα τα κόμματα έχουν ενδιαφέρον για τις βουλευτικές εκλογές, όχι για να διατυπώσουν και να διεκδικήσουν το κοινωνικό συμφέρον, αλλά αποκλειστικά για να «εξαργυρώσουν» αργότερα τη δύναμή τους στην κατάληψη της προεδρικής καρέκλας. Ή αντικρύζουν αποκλειστικά τις βουλευτικές εκλογές ως πρόκριμα για τις προεδρικές.

Τέταρτο, έχουν πάρει οριστικό διαζύγιο από την κοινωνία και αυτό πιστοποιείται ότι αδυνατούν να καταθέσουν κάποιο όραμα για το παρόν της ή το μέλλον της.

Με αυτά τα δεδομένα δεν μπορεί κάποιος να παίρνει τα κόμματα στα σοβαρά, εκτός και αν αντικρύζει τα πράγματα με αφέλεια, με άγνοια ή με κριτήριο το ίδιον ή κομματικό συμφέρον. Και η βουλή και η κυβέρνηση στη διαμάχη τους για το Συνεταιρισμό επικαλούνται την ψήφο του λαού. Μην τους τη δώσετε. Αν μη τι άλλο, να δούμε τι θα επικαλούνται στη συνέχεια για να νομιμοποιούν τις αποφάσεις τους σε βάρος του λαού.

Φυσικά, και δεν θα έχουν πρόβλημα: γιατί όντας κληρονομικοί άρχοντες της μεσαιωνικής δεσποτείας , θα αναδείξουν το αληθινό τους πρόσωπο, το δεσποτικό τους πρόσωπο. Γιατί η ιδεολογία κάθε δεσποτίσκου είναι πάντοτε η ίδια: θεωρεί τον λαό αμαθή για να αποφασίζει.Γι αυτό και δε θέλουν να ρωτούν τον «αμαθή όχλο». Όντας αμαθής δεν ξέρει, λένε. Ο λαός για τους δεσπότες έχει μόνο ένα δικαίωμα, να μην έχει κανένα πολιτικό δικαίωμα: γι αυτό ακριβώς κάθε πέντε χρόνια τον υποχρεώνουν να τα εκχωρεί στην ολιγαρχική τάξη με «δημοκρατικές διαδικασίες», στην περίφημη «γιορτή της δημοκρατίας»!!! Αυτή η βαθιά πίστη των ολιγαρχικών διαπερνά και αριστερούς και δεξιούς και κεντρώους.

Υ.Γ.1 Είχαμε στην Κύπρο και οθωμανό σουλτάνο και άγγλο κυβερνήτη και κύπριο πρόεδρο. Ποια είναι η ομοιότητα/διαφορά τους – όχι με βάση την εθνοτική καταγωγή – αλλά σε συνάρτηση με τη σχέση κοινωνίας και πολιτικής.

Υ.Γ.2Και θέλουν να λύσουν και το κυπριακό με προεδρικό σύστημα!!! Και μάλιστα με οξυμένες συγκρούσεις κομματικές/ολιγαρχικές που εύκολα θα μπορούν να μετασχηματιστούν σε εθνοτικές. Όταν μάλιστα το κομματικό σύστημα περνά κρίση νομιμοποίησης στην κοινωνία. Και υπάρχουν και αφελείς ή άσχετοι που το υποστηρίζουν, γιατί θέλουν – λένε -λύση του κυπριακού!!!

Υ.Γ. 3 Το κυπριακό πρόβλημα – ως ενδοκοινοτική διαφορά -δεν έχει καμία σχέση με το γεγονός ότι εγκαθίδρυθηκε ένα δεσποτικό/μοναρχικό πολιτικό σύστημα, το προεδρικό. Φταίει μόνο το γεγονός ότι ο λαός δεν ψήφιζε ταυτόχρονα ελληνοκύπριο και τουρκοκύπριο δεσπότη!!!Αυτή είναι η πραγματική ιδεολογία των ολιγαρχικών στην Κύπρο σήμερα.

Υ.Γ.4 Με αυτή την προσέγγιση η κυπριακή κοινωνία αναμένεται να περάσει το στάδιο του εθνο-δεσποτισμού και να ενταχθεί στο στάδιο του προσωποπαγούς δεσποτισμού, με την κομματική αριστοκρατία να αποφασίζει στο παρασκήνιο!!! Σκέτος μεσαίωνας.

Υ.Γ.5 Όποιος είναι πολιτικά δούλος, θέλει απαραιτήτως και τον εξουσιαστή του.Γι αυτό και ψηφίστε τους!!!

Κυριακή 20 Φεβρουαρίου 2011

Μετανάστευση και κομματικές μεθοδεύσεις ή για τα ληστρικά επιδόματα (1)

Η ενασχόληση με την μετανάστευση στις μέρες μας στη νήσο Κύπρο δεν είναι εύκολο εγχείρημα. Γι αυτό και θα προσπεράσω πολλά που για πολλούς είναι αυτονόητες παραδοχές. Δηλαδή δεν θα επικεντρωθώ:

1. Στην αναγόρευση σε κυρίαρχο θέμα από τα ΜΜΕ, κάποια κόμματα και πολιτικούς των επιδομάτων που χορηγούνται στους μετανάστες/πρόσφυγες από το δημόσιο ταμείο. Όχι γιατί η επιδοματική πολιτική είναι σωστή, αλλά γιατί απεχθάνομαι την υποκρισία των κομμάτων και των πολιτικών. Το να φωνασκούν οι πολιτικοί για τα επιδόματα των μεταναστών συνιστά μια εσκεμμένη προσπάθεια αποπροσανατολισμού των πολιτών από το γεγονός ότι οι κατεξοχήν επιδοτούμενοι σε αυτό τον τόπο και με όρους μάλιστα οικονομικής λεηλασίας του δημόσιου πλούτου είναι τα κόμματα και οι πολιτικο.Και αν ο οικονομικός μετανάστης ή ο πολιτικός πρόσφυγας επιδοτούνται και σε κάποιο βαθμό ικανοποιούν πραγματικές υλικές ανάγκες, η επιδότηση των κομμάτων και των πολιτικών συνιστά κυριολεκτικά κλοπή από το δημόσιο ταμείο. (Γιατί σιωπούν όλοι – πολιτικοί και οργανώσεις - γι αυτό το επιχείρημα; Δεν συμφέρει ή λέμε μόνο ότι μας συμφέρει;)

Επίσης τα επιδόματα που χορηγούνται στους Κύπριους πολίτες και με τα οποία γελά ο καθένας – σε αρκετές περιπτώσεις – λογικά θα έπρεπε να προκαλούν εξίσου οργή. Γιατί και στην περίπτωση των επιδομάτων σε Κύπριους πολίτες, η εξαπάτηση του κράτους και η κατασπατάληση των πόρων του δημόσιου ταμείου δεν είναι λιγότερο προκλητική. Δηλαδή, χορηγούνται επιδόματα τα οποία δεν καλύπτουν πραγματικές ανάγκες των πολιτών.

2.Στην απόφαση της κομματικής ολιγαρχίας να αναγορεύσει σε κυρίαρχο πολιτικό ζήτημα το μεταναστευτικό. Οι κομματικές προσεγγίσεις είναι λαϊκιστικές, βρίθουν αρλουμπολογιών και εντάσσονται σε μια λογική αποκόμισης κομματικού οφέλους εν όψει βουλευτικών εκλογών.

Ούτε και στις ποικίλες οργανώσεις ένθεν και ένθεν που ανέλαβαν να λειτουργήσουν ως φερέφωνα των κομματικών επιταγών με συνθήματα για την λαθρομετανάστευση, την ανεργία, το ρατσισμό και την ξενοφοβία ή τον εθνικισμό και το φασισμό.

Η κομματικοποίηση του μεταναστευτικού , όπου επιχειρήθηκε, είχε μόνο ένα αποτέλεσμα, τη θυματοποίηση των μεταναστών. Όντας η πιο αδύναμη κοινωνικά ομάδα θα κληθεί να πληρώσει τα «σπασμένα» της κομματικής αντιπαράθεσης.

3.Στις εκδηλώσεις βίας στο Γραφείο Ευημερίας και σε κάποιο λύκειο της Λάρνακας. Σε κάποιο βαθμό είναι απότοκος κομματικών επιλογών, δράσεων οργανωσεων – φερεφώνων, λειτουργίας ΜΜΕ. Τώρα αν εκ των υστέρων όλοι καταδικάζουν, συνιστά απύθμενη πολιτική υποκρισία. Ή διαφορετικά, η πολιτική «της αγάπης και του μίσους» που συστηματικά καλλιεργήθηκε, έδωσε αποτελέσματα και στο επίπεδο της πράξης.

Ούτε κάποιος μπορεί να ασχοληθεί σοβαρά με αναφορές του τύπου:

Της Υπουργού Εργασίας η οποία με αφέλεια διερωτήθηκε γιατί οι μετανάστες δεν απευθύνθηκαν στα κόμματα για τα επιδόματά τους(!!!).

Του κυβερνητικού εκπροσώπου ο οποίος με κάθε σοβαρότητα αναφέρθηκε στα στερεότυπα περί παραβίάσης των νόμων με «απαράδεκτες και παράνομες ενέργειες και συμπεριφορές». Γιατί αυτοί που θέτουν τον εαυτό τους υπεράνω του νόμου είναι πρώτιστα οι πολιτικοί, γιατί αυτοί που κύρια διδάσκουν τη βία είναι οι πολιτικοί που εκλαμβάνουν την πολιτική ως δύναμη αδιαφορώντας ή αδυνατώντας να αντιληφθούν τις συνέπειες των επιλογών τους στην σύνολη λειτουργία μιας κοινωνίας.

Των κομμάτων που καταγγέλουν τη μεταναστευτική πολιτική της κυβέρνησης με τόση υποκρισία, αφού οι ιδιοι δεν έχουν να προτείνουν τίποτε απολύτως ή το χειρότερο είναι τα ίδια που στη βουλή νομιμοποίησαν τις παραμέτρους της μεταναστευτικής πολιτικής.

Του Υπουργού Παιδείας που λαϊκίζει ασύστολα για να σώσει το τομάρι του ανακαλύπτοντας βαρύγδουπα ότι υπάρχει επιθετικότητα στην κοινωνία{!!!) ή επιρρίπτοντας ευθύνες σε κάθε εμπλεκόμενο εκτός από τον εαυτό του.

Του σχολείου στη Λάρνακα που εφηύρε νέο θεσμικό όργανο του σχολείου στο οποίο μετέχουν ελέω θεού το Κεντρικό Μαθητικό Συμβούλιο, οι λαβαροφόροι και οι παραστάτες, ώστε να εκδοθεί μια ανακοίνωση της αρεσκείας μας μέσα από την κατασκευή νέων τεχνητών «αριστοκρατικών» πλειοψηφιών!!!

Και ενώ το σχολείο ακολουθούσε μια μέθοδος απόκρυψης, ο Υπουργός καλούσε τα σχολεία να μην αποκρύπτουν τα προβλήματα, ώστε να μπορούν να αντιμετωπιστούν!!!

4.Με τη φιλοσοφική συζήτηση περί οικουμενισμού, σχετικισμού, ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ρατσισμού και ανεκτικότητας και την πληθώρα των αντιφάσεων που διαπερνούν αυτές τις προσεγγίσεις σε πείσμα όλων αυτών που λειτουργούν μηρυκαστικά ως ντόπιοι κομισάριοι διεθνών «εφεύρεσεων».

Η κυπριακή κοινωνία όντας πολιτικά πιο ώριμη από τους πολιτικούς και τους κομισάριους στοχάζεται επί των πραγματικών προβλημάτων που σχετίζονται με την μετανάστευση και πιο ειδικά, οι νέοι. Ή το κατασκευασμένο :ρατσιστής – αντιρατσιστής, ΑΚΕΛ – ΔΗΣΥκλπ, άρα ψηφίζω στις εκλογές το τάδε κόμμα, ελάχιστα απασχολεί την κοινωνία. Την απασχολούν πιο σοβαρά πράγματα από τις διανοητικές εφευρέσεις των κομματοκρατόρων και της συν αυτοίς αγέλης.

Η κατασκευασμένη αντι-κοινωνική κομματική πολιτική ευτυχώς επιτείνει τον υπαρκτό προβληματισμό των πολιτών αναφορικά με τη μετανάστευση και ενισχύει την υπαρκτή αβεβαιότητά αναφορικά με το μέλλον. Η αβεβαιότητα της κοινωνίας είναι συνυφασμένη φυσικά και με την ανικανότητα της πολιτικής ηγεσίας να δώσει πειστικές απαντήσεις στα προβλήματα που την απασχολούν. Και οι άχρηστοι πολιτικάντηδες αναμένουν κανένα φώς από το εξωτερικό για να αρχίσουν να το παπαγαλίζουν ως διέξοδο και να το πλασάρουν στην κοινωνία ως νέοι φωστήρες και μεσσίες!!! Ή το αδιέξοδο των πολιτικών μεταμφιέζεται σε ξαφνική εκτίμηση προς «τους διανοούμενους και τους επιστήμονες»! Μέχρι την επόμενη αμφίπλευρη προδοσία!!!

Υ.Γ. Ένα μαγικός τρόπος για την εξαφάνιση του ρατσισμού από την κυπριακή κοινωνία είναι η παραγόμενη υπεραξία από την εκμετάλλευση των μεταναστών να διαμοιράζεται σε όλους τους Κύπριους πολίτες!!! Αν το πρόβλημα είναι ο ρατσισμός δηλαδή και η ξενοφοβία των Κυπρίων πολιτών, όπως διατυμπανίζουν κάποιοι μονότονα, τότε με τη «βάρβαρη» πρότασή μου, το μίσος θα γίνει αιφνιδίως αγάπη, λατρεία για τους ξένους!!! Ή μήπως πρέπει να δούμε την υλική βάση των αντιπαλοτήτων που αναπτύσσονται στην κυπριακή κοινωνία; Γι αυτό το ζήτημα θα αναφερθώ στην επόμενη ανάρτησή μου.

Υ.Γ. Στην πιο πάνω πρόταση θα αντιδρούσαν πρώτιστα προβάλλοντας τη βαρβαρότητά της και αρθρωνοντας έναν πρωτόγνωρο ανθρωπιστικό λόγο –συγκινητικό μέχρι δακρύων - η πλουτοκρατία και η κομματοκρατία. Γιατί; Είναι απλό: θέλουν να μας εκμεταλλεύονται όλους, και ντόπιους και ξένους, στην αέναη και βαθιά «ανθρωπιστική» προσέγγισή τους για συσσώρευση πλούτου σε βάρος του «κοπαδιού»!!! Και αν ο λαός αντιμετώπιζεται ως κοπάδι/αγέλη, τότε οι φύλακες του κοπαδιού είναι οι σκύλοι!!! Το ήξεραν πολύ καλά, οι μακρινοί και πολύ ανεπτυγμένοι πρόγονοί μας στην Κύπρο!!! Τώρα αν ο σκύλος είναι κυπριακής προέλευσης ή τουρκικής, λίγη σημασία έχει.Ούτε και έχει σημασία για το σκύλο αν είναι δαγκανιάρης ή αιμοβόρος ή απλώς γαυγίζει όντας «πολιτισμένος»! Απλώς όντας «προοδευμένος» χρησιμοποιεί πιο εκλεπτυσμένες μεθόδους φύλαξης του κοπαδιού.

Κυριακή 13 Φεβρουαρίου 2011

Οι διαδηλώσεις των Τουρκοκυπρίων και ελληνοκυπριακές προσεγγίσεις

Οι διαδηλώσεις των Τουρκοκυπρίων με αφετηρία την οικονομική επιδείνωση της θέσης τους, οι δηλώσεις Ερντογάν δημιούργησαν ανάμεσα στους Ελληνοκύπριους κάποιους προβληματισμούς.

Σε άρθρα και αναλύσεις προβάλλονται κυρίως δυο σχολές σκέψεις. Η πρώτη αντκρύζει τις διαδηλώσεις των Τουρκοκυπρίων κυρίως ή μόνο στην οικονομική τους διάσταση. Αυτή η προσέγγιση είναι αφελής. Γιατί κανένα οικονομικό πρόβλημα δε λύνεται στο οικονομικό επίπεδο, αλλά στο πολιτικό. Ή διαφορετικά, οι Τουρκοκύπριοι αντιδρούν στις πολιτικές αποφάσεις της Τουρκίας για επιβολή οικονομικής λιτότητας ή και για άλλες ενέργειές της στα κατεχόμενα εδάφη.

Η δεύτερη σχολή σκέψης επικεντρώνεται στην πολιτική διάσταση των διαδηλώσεων σε συνάρτηση με τη λύση ή προοπτική λύσης του κυπριακού προβλήματος. Αυτή η δεύτερη σχολή σκέψης είναι ένα μωσαϊκό. Άλλοι επικεντρώνονται στην ανάγκη για «κοινούς αγώνες» για αποτίναξη της τουρκικής κατοχής, άλλοι θεωρούν ότι είναι η στιγμή να δώσουν τα διαπιστευτήριά τους υπέρ της λύσης με την προβολή της θέσης ότι μόνο μέσα από τη λύση θα κατοχυρωθούν τα συμφέροντα των Τουρκοκυπρίων και άλλοι προβάλλουν την άποψη ότι οι διαδηλώσεις των Τουρκοκυπρίων δεν θα επηρεάσουν βραχυπρόθεσμα τις εξελίξεις στο κυπριακό.

Οι διαδηλώσεις των Τουρκοκυπρίων έχουν πράγματι ως αφετηρία την επιδείνωση της οικονομικής τους θέσης ως αποτέλεσμα πολιτικών αποφάσεων της Άγκυρας. Όπως ο κάθε άνθρωπος ,έτσι και οι Τουρκοκύπριοι αντιδρούν σε τέτοιες επιλογές που επιβάλλονται απέξω και θεωρούν ότι είτε πρέπει ο εξωτερικός αφέντης θα πρέπει να αναθεωρήσει την οικονομική πολιτική του ή να τους αφήσει ήσυχους να διαχειριστούν οι ίδιοι τη μοίρα τους. Και διαδηλώνουν γιατί στο πολιτικό τους σύστημα, όπως και στο δικό μας, δεν έχουν άλλο μέσο πίεσης.

Οι οργισμένες αντιδράσεις του Τούρκου ηγεμόνα Ερντογάν προσέδωσαν άλλη διάσταση στο πρόβλημα. Ανέδειξε μια πραγματικότητα που οι Τουρκοκύπριοι μπορεί να απέφευγαν να αντικρύσουν: ναι μεν είναι «κράτος» αλλά υποτελές στην Άγκυρα. Ως ένα υποτελές μόρφωμα που αποδέχονταν ή ανέχονταν οι Τουρκοκύπριοι, αυτονόητα αυτός που αποφασίζει για τα θέματα που το επηρεάζουν, είναι η Τουρκία. Αυτό είναι μια πραγματικότητα. Το πολιτικό πρόβλημα αναδεικνύεται από τη στιγμή που συνειδητοποιείται από την τουρκοκυπριακή κοινωνία ότι τα συμφέροντα της Τουρκίας δε συμβαδίζουν κατ΄ανάγκη με τα συμφέροντα των Τουρκοκυπρίων. Ή η όποια ελευθερία κατακτήθηκε από τους Τουρκοκύπριους με την αρωγή της ομοεθνούς Τουρκίας απέναντι στους αλλοεθνείς περιορίζεται από την υποβάθμιση των υλικών όρων της ζωής.

Οι Τουρκοκύπριοι όντας μεινότητα στην Κύπρο επιδίωξαν με τη βοήθεια της Τουρκίας να μην μετατραπούν και σε πολιτική μειονότητα, δηλαδή να καθορίζει η ελληνοκυπριακή πλειονότητα το μέλλον τους. Στα πλαίσια του νεοτερικού εδαφικού έθνους κράτους επιδίωξαν το γεωγραφικό διαχωρισμό ως στοιχείον «εκ των ων ουκ ανευ» για την επιβίωσή τους στην Κύπρο ως ξεχωριστής εθνοτικής μονάδας.

Φυσικά αυτή η προσέγγιση σήμερα είναι προβληματική: από τη μια το εδαφικό κράτος αποδυναμώνεται λόγω παγκοσμιοποίησης και από την άλλη το επικοινωνιακό υπόβαθρο απεγκλωβίζεται από το έδαφος. Κυρίως όμως επιδεινώνεται η οικονομική θέση των ανθρώπων λόγω της επιβολής της οικονομικής αγοράς και της υποταγής της πολιτικής στα κελεύσματά της.

Το γεγονός αυτό δημιουργεί νέες δυναμικές παγκοσμίως και επηρεάζει το κάθε έθνος και το κάθε κράτος: και τους Ελληνοκύπριους και τους Τουρκοκύπριους. Ο χρόνος αντίδρασης είναι συνυφασμένος με το βαθμό όξυνσης των επιπτώσεων στα μέλη μιας κοινωνίας και το βαθμό πολιτικής ανάπτυξής της.

Καταληκτικά κάποιες παραδοχές:

1.Οι Τουρκοκύπριοι δεν αγωνίζονται για να ξεφύγουν από την όποια υποτέλεια στην Άγκυρα και να υπαχθούν στην υποτέλεια των Ελληνοκυπρίων. Γι αυτό και εμμένουν καθολικά στη διαιώνιση των εγγυήσεων της Τουρκίας ακριβώς γιατί δεν εμπιστεύονται την ελληνοκυπριακή πολιτική και οικονομική ολιγαρχία. Γι αυτό και προβάλλουν την αντιφατική θέση «περί κυριαρχίας των δύο συνιστώντων κρατιδίων υπό την εγγύση της Τουρκίας»!!! Κυριαρχία ενός κράτους και εγγυήσεις από τρίτο κράτος συνιστούν μια αντιφατικότητα.

2.Το γεγονός ότι απουσιάζουν οι κοινοί αγώνες δεν είναι γιατί δεν υπάρχουν κοινά συμφέροντα. Είναι γιατί οι πολιτικές ηγεσίες οι οποίες μονοπωλούν τη διαχείριση του κυπριακού προβλήματος αδυνατούν να τα εκφράσουν. Βασικά οι πολιτικοί ηγέτες στις δυο πλευρές λειτουργούν ως αφέντες των Τουρκοκυπρίων και Ελληνοκυπρίων και επιθυμούν να διαιωνίσουν ένα καθεστώς υποτακτικών τους. Επενδύουν αυτή την προοπτική με βαρύγδουπες κενολογίες περί «ενότητας του τόπου και του λαού», «πολιτική ισότητα» των εξουσιαστικών κοινοτικών μηχανισμών και ανισότητα των ανθρώπων και άλλα παραμύθια. Δηλαδή η λογική τους είναι καθαρά κομματοκεντρική και όχι ανθρωποκεντρική. Ή το συμφέρον του κόμματος υπέρκειται του συμφέροντος του κάθε μέλους και της κοινωνίας συνολικά.

3.Η σύγχρονη πραγματικότητα δημιουργεί καλύτερες προϋποθέσεις για τη λύση του κυπριακού. Όμως αν αυτές οι προϋποθέσεις θα αξιοποιηθούν, εξαρτάται όχι από το αν κάποιος επιθυμεί λύση, αλλά από το αν μπορεί να εκφράσει σε πολιτικό επίπεδο τις νέες συγκυρίες. Οι πολιτικές ηγέτες των δύο κοινοτήτων κατανοούν τον κόσμο και τον αποτυπώνουν σε πολιτική πρόταση με βάση την εθνοκρατική ιδεολογία των δύο παρελθόντων αιώνων. Η κοινωνία από την άλλη,μπορεί να μην έχει χρόνο να στοχαστεί, αλλά μονίμως αποστασιοποιείται από τις κομματικές οπισθοδρομήσεις, γιατί αντιλαμβάνεται είτε την αναξιοπιστία των πολιτικών είτε πως τα λόγια τους δε συνάδουν με τον βιούμενο τρόπο της ζωής τους. Μα το πιο σημαντικό της αποστασιοποίησης της κοινωνίας είναι γιατί δεν είδε κάποια πρόταση που να βελτιώνει τη ζωή του καθενός ανθρώπου και της κάθε συλλογικότητας σε αυτό τον τόπο, δηλαδή που να ανταποκρίνεται στις τωρινές και τις αυριανές της ανάγκες.Γι αυτό και οι ολιγαρχικοί κομματοκράτορες προβάλλουν τη θέση περί οδυνηρού συμβιβασμού, ακριβώς γιατί δεν έχουν όραμα για ένα καλύτερο μέλλον για όλους.Ή όποιος δεν έχει κάποια πολιτική πρόταση καλύτερη από το παρόν, προβάλλει το ρεαλισμό ως αναγνώριση των υπαρκτών δεδομένων. Τα οποία δεδομένα δεν ικανοποιούν κανένα, αλλά στο όνομα του ρεαλισμού πρέπει να τα υιοθετήσουμε. Αυτό συνιστά και την αποθέωση της πολιτικής βλακείας.

4. Ο ρεαλισμός στο παρόν σημαίνει αναγνώριση της πολιτικής πραγματικότητας με βάση τη δύναμη. Επομένως, η όποια λύση προωθείται, θα αποτυπώνει τους συσχετισμούς δύναμης. Αυτό στην πράξη σημαίνει ικανοποίηση των συμφερόντων της Αγγλίας και της Τουρκίας πρωταρχικά και, κατά δεύτερο λόγο, των κομματικών δυνάμεων που ηγεμονεύουν τους Ελληνοκυπρίους και τους Τουρκοκυπρίους. Το κοινό συμφέρον των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων θα απουσιάζει από την όποια λύση. Η διεθνής και τοπική ολιαγαρχία θα κατοχυρώσει τα συμφέροντά της και οι Ελληνόκυπριοι και Τουρκοκύπριου θα απολαμβάνουν την οδύνη τους στα πλαίσια του «οδυνηρού συμβιβασμού». Αυτό είναι το «όραμα» της διεθνούς και της τοπικής ολιγαρχίας, των ντόπιων και των διεθνών ηγεμόνων. Και η ελληνοκυπριακή και η τουρκοκυπριακή κοινωνία δεν ικανοποιούνται αυτονόητα από τέτοια οράματα ή πιο σωστά εφιάλτες. Και βρίσκουν τρόπους να εκφράσουν την αποστασιοποίηση τους από αυτές τις νέες βαρβαρότητες των νεκραναστημένων ηγεμόνων.

5.Οι αγώνες των Τουρκοκυπρίων για ελευθερία θα συνεχιστούν εκτός και αν απαμβλυνθεί η οικονομική και πολιτική καταπίεση την οποία βιώνουν. Φυσικά υπάρχει πάντοτε και η λύση της καταστολής ή του εκπατρισμού Από την άλλη, θα βιώνουν τη μοναξιά τους λόγω κυρίως της ανικανότητας της ελληνοκυπριακής πολιτικής ηγεσίας να στοχαστεί με βάση τις διεθνείς εξελίξεις και να αποτελεί ουσιαστική λύση για όλους η επίλυση του κυπριακού προβλήματος. Θα ενεργεί προσχηματικά γιατί δεν μπορεί να στοχαστεί ουσιαστικά για το μέλλον μας,δηλαδή δημοκρατικά.

Κυριακή 6 Φεβρουαρίου 2011

Το ΑΚΕΛ, το ΔΗΣΥ και το κυπριακό προεκλογικά ή τα καμώματα των νέων ηγεμόνων

Ο πρόεδρος του ΔΗΣΥ κ. Αναστασιάδης δε θέλει να συζητηθεί το κυπριακό κατά την προεκλογική περίοδο των βουλευτικών εκλογών. Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΑΚΕΛ κ. Κατσουρίδης υποστήριξε ότι «δεν μπορεί να κατανοήσει γιατί να απουσιάζει το κυπριακό από τον προεκλογικό».

Έτσι ο κυπριακός λαός βρέθηκε μπροστά σε ένα νέο , μεγάλο, σοβαρό δίλημμα:να συζητούν τα κόμματα προεκλογικά το κυπριακό ή όχι; Δε θα υιοθετήσω την υπεραπλουστευμένη θέση πως κανένας δεν κρατά το στόμα τους. Επομένως, όποτε θέλετε ανοίγετέ το και αντίστροφα. Με λίγα λόγια απορρίπτω τη θέση « σκασίλα μας μεγάλη».

Ως ενεργός πολίτης ( άλλη ανοησία και τούτη) και ακολουθώντας τη νέα ατάκα του κ. Αναστασιάδη περί «ορθολογικού πατριωτισμού» είπα να προβληματιστώ επί των νέων δεδομένων της κομματικής ζωής. Και να αποδείξω ότι οι εν λόγω κύριοι κενολογούν ασύστολα.

Ο λαϊκισμός

Φυσικά το κάθε κόμμα όταν υποστηρίζει τη μια ή την άλλη θέση, το πράττει με το σκεπτικό ότι η καθεμιά επιλογή τον βολεύει σε σχέση με την υφαρπαγή ψήφων από τους πολίτες εν όψει βουλευτικών εκλογών. Δηλαδή, αμφότεροι εκφράζουν θέσεις στα πλαίσια μιας λαϊκιστικής προσέγγισης που έχει ως βάση αποκλειστικά το πώς θα εξαπατήσουν τον «όχλο» για να πάρουν την εξουσία.Ή το συμφέρον του κόμματος και όχι του λαού είναι που τους απασχολεί. Και προσλαμβάνουν επικοινωνιολόγους για να τους υποδεικνύουν τον πιο αποτελεσματικό τρόπο υφαρπαγής ψήφων γιατί οι ίδιοι θεωρούν τους εαυτούς τους ανίκανους να πείσουν με επιχειρήματα το λαό.

Ο σκοταδισμός

Είτε συζητηθεί είτε όχι προεκλογικά το κυπριακό είναι αμφότεροι εκφραστές του σκοταδισμού. Εννοώ ότι έχουν την απαίτηση να χειρίζονται το μέλλον μιας κοινωνίας εν απουσία της κοινωνίας. Και έχουν αναγάγει την έλλειψη διαφάνειας και ενημέρωσης του λαού σε κυρίαρχη πρακτική. Μάλιστα σημαδεύουν και χαρτιά για να ανακαλύψουν ποιος διαρρέει έγγραφα στον τύπο!!! Το ερώτημα είναι απλό: γιατί οι εκφραστές του σκοταδισμού θέλουν τώρα συζήτηση του κυπριακού; Τι θα πουν; Αυτά που αρνούνται να πουν τόσο καιρό; Ή μήπως είναι για να διαλαλούν την πραμάτεια τους στους ιθαγενείς ψηφοφόρους συνθηματολογώντας για «αρχές», «ιστορικούς συμβιβασμούς», «ρεαλισμούς» κλπ.;

Τα παπαγαλάκια

Ας υποθέσει καποιος ότι συζητείται το κυπριακό προεκλογικά. Έχουν το ΑΚΕΛ και το ΔΗΣΥ να προτείνουν κάτι νέο προς συζήτηση; Ποιο θα είναι το αντικείμενο της συζήτησης; Ή μήπως θα μας παπαγαλίζουν τα παπαγαλισμένα μέχρι να γίνουμε όλοι καλά παπαγαλάκια; Οι κομματικές γραφειοκρατίες θεωρούν ότι είναι οι γνώστες των πάντων και νομίζουν ότι απευθύνονται σε ηλίθιους.

Η εκπόρνευση των λέξεων

Ο κ. Αναστασιάδης δε θέλει να συζητηθεί το κυπριακό προεκλογικά για χάρη της ενότητας!!! Της ενότητας ποιων; Έχει διαπιστώσει ο κ. Αναστασιάδης ότι υπάρχει διχασμός στην κοινωνία για το κυπριακό; Και ποιο είναι το περιεχόμενο του διχασμού; Φυσικά όταν ο κ. Αναστασιάδης επικαλείται την ενότητα εννοεί αυτών που διαμάχονται, δηλαδή των κομμάτων. Και ποιο είναι το περιεχόμενο της ενότητας στην κομματική συνείδηση του κ. Αναστασιάδη; Αν ο Πρόεδρος τον καλεί και συζητά ιδιαιτέρως μαζί του και συνδιαμορφώνει την πορεία, τότε η ενότητα γίνεται πραγματικότητα!!! Αν δηλαδή ο Χριστόφιας και ο Αναστασιάδης συναποφασίζουν για το κυπριακό στα πλαίσια της προσωπικής -άντε και της κομματικής – συλλογικότητας, τότε έχουμε ενότητα!!!

Ο απολογισμός ως φαντασίωση

Θα πει κάποιος: «Η συζήτηση είναι ένα είδος πεπραγμένων στη διαχείριση του κυπριακού, ένας απολογισμός. Απαγορεύεται;» Όχι. Μόνο που ο απολογισμός σε αυτή την περίπτωση είναι ευθύνη του Προέδρου της Δημοκρατίας και όχι του ελέω θεού κυβερνώντος ΑΚΕΛ. Ύστερα, ο απολογισμός αποκτά νόημα σε σχέση με την έγκρισή του ή την απόρριψή του. Τέτοιες διαδικασίες δεν υπάρχουν. Θα πει κάποιος: «με την ψήφο σου εγκρίνεις ή απορρίπτεις».Αυτά είναι ανοησίες. Ο απολογισμός αφορά τις πράξεις κάποιων για ένα παρελθόν, ενώ η εκλογή αφορά αυτούς που θα διαχειριστούν το μέλλον. Είναι δύο διαφορετικές πολιτικές διαδικασίες. Ή όπως έκαναν παλιότερα και στα διάφορα σωματεία πολύ λογικά: «προηγείται ο απολογισμός της διοίκησης, εγκρίνεται ή όχι ο απολογισμός και στη συνέχεια εκλέγεται νέο διοικητικό συμβούλιο».

Το πολίτευμα και η σύγχυση της διάκρισης των κρατικών εξουσιών

Σε όλη την προεκλογική περίοδο των βολευτικών ας υποθέσουμε ότι συζητείται μόνο το κυπριακό και οι πολίτες ψηφίζουν με κριτήριο το κυπριακό. Οι εκλεγμένοι βουλευτές τι μπορούν να κάνουν για το κυπριακό; Τίποτε απολύτως, αφού δεν έχουν καμία αρμοδιότητα. Άρα γιατί συζητούσαμε; Ποιο είναι σε αυτή την περίπτωση το νόημα της εντολής του λαού προς τους βουλευτές;

Το πολίτευμα και η αθεσμοποίητη εξουσία

Ο χειρισμός του κυπριακού βρίσκεται εκτός των επίσημων θεσμών του κράτους. Η μόνη υπαρκτή νομιμοποίηση είναι πως ο λαός με την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, επιλέγει και τον διαπραγματευτή των Ελληνοκυπρίων. Από κει και πέρα, το εξωθεσμικό όργανο το οποίο χειρίζεται το πρόβλημα υποτίθεται πως είναι το Εθνικό Συμβούλιο και όχι κάποιο θεσμικό όργανο της κρατικής εξουσίας.

Το πολίτευμα και η ενοποίηση της εξουσίας

Θα πει κάποιος πως δεν μπορεί να διαχωριστεί η πολιτική και πρέπει ο πολίτης να τοποθετείται συνολικά σε κάθε εκλογή είτε προεδρική είτε βουλευτική. Αυτή η αντίληψη γεννά ερωτήματα στα οποία θα πρέπει να δώσουν απαντήσεις οι κομματάρχες. Αν η πολιτική ως ρυθμιστική λειτουργία μιας κοινωνίας είναι αδιαίρετη, τότε γιατί δεν αλλάζουν το πολιτικό σύστημα από προεδρικό σε κοινοβουλευτικό, ώστε η πλειοψηφία της βουλής να σχηματίζει κυβέρνηση; Από την άλλη, τότε τι γίνεται με την περίφημη διάκριση των εξουσιών του κράτους, που εφευρέθηκε για να μειώσει τη συγκέντρωση της δύναμης στα χέρια ενός ή λίγων εξουσιαστών;

Το πολίτευμα και η ηγεμονία

Φυσικά στα πιο πάνω ερωτήματα δεν θα απαντήσουν οι κ. Κατσουρίδης και Αναστασιάδης. Γιατί όντας κομματοκράτορες θεωρούν αυτονόητα ότι η πολιτική ταυτίζεται με το κόμμα, το εξωθεσμικό –διαμεσολαβητικό όργανο που μονοπωλεί την πολιτική ως νεοφεουδαρχικό όργανο. Έτσι η πολιτική μεταφέρεται από τα θεσμικά όργανα του κράτους σε εξωθεσμικά όργανα που λειτουργούν αποκλειστικά με βάση τους συσχετισμούς δύναμης και χωρίς κανένα όριο, «αυτορυθμιζόμενα», δαπάναις της κοινωνίας!!! Είναι τα φερέφωνα της νέας τάξης πραγμάτων στο εσωτερικό της Κύπρου αντιγράφοντας το διεθνές περιβάλλον που λειτουργεί ομοίως. Είναι οι νέοι ηγεμόνες με την έννοια της αθεσμοποίητης πολιτικής δύναμης.

Βουλευτές και άβουλοι

Αρκετοί πολίτες νομίζουν ότι στις βουλευτικές εκλογές θα εκλέξουν βουλευτές οι οποίοι βουλεύονται για το κοινό μας καλό και αποφασίζουν. Αυτό είναι πλάνη γιατί βουλή δεν υπάρχει. Οι βουλευτές δε βουλεύονται στη βουλή αλλά στα κόμματα.Στη βουλή απλώς σηκώνουν το χέρι τους και μάλιστα η ηλεκτρονική ψηφοφορία δεν ισχύει, γιατί κάποιος βουλευτής μπορεί αθέατα να λοξοδρομήσει από τις κομματικές εντολές. Και αφού βουλεύονται στα κόμματα, η κομματική γραφειοκρατία αποφασίζει και ύστερα τις κομματικές αποφάσεις τις νομιμοποιούν σε κομματοσύναξη με ανάταση της χειρός. Ουσιαστικά αυτό που ψηφίζει ο πολίτης σε αυτές τις εκλογές είναι: ποια κομματική γραφειοκρατία θα αποφασίζει και ποια βαρύτητα θα έχει η απόφασή της στη λήψη της τελικής απόφασης. Αυτό που ψηφίζει ο πολίτης είναι η νομιμοποίηση της κομματοκρατίας και ποιοι θα είναι οι εκλεκτοί του στο ανασήκωμα της χειρός. Και ο καλύτερος βουλευτής είναι ο άβουλος, αυτός που σηκώνει το χέρι του απροβλήματιστα, έτσι όπως του έδωσαν εντολή οι γραφειοκράτες του κόμματος. Το υπαρκτό σήμερα είναι οι κομματικές βουλές, ανομιμοποίητες από τους πολίτες, οι οποίες νομιμοποιούν τις αποφάσεις τους από κάποιους που νόμιμα βρίσκοντααι στη βουλή και σηκώνουν το χέρι τους χωρίς να βουλεύονται. Άρα, δεν ψηφίζονται βουλευτές στην κυριολεξία στις εκλογές τώρα. Και οι υποψήφιοι βουλευτές το γνωρίζουν αυτό. Και θέλουν να γίνουν βουλευτές για να σηκώνουν το χέρι τους σύμφωνα με τις εντολές ή να έχουν δημοσιότητα ή να καρπώνται οικονομικά οφέλη. Προκαλεί εντύπωση που τόσοι πολλοί θέλουν να ονομάζονται κάτι ανύπαρκτο!!!

Οι πολιτικοί ως τραγωδία

Τούτο είναι το συμπέρασμα.

Οι πολίτες ως αρνιά

Τούτο είναι το ζητούμενό τους.

Αυτούς τους νέους ηγεμόνες καλείται να νομιμοποιήσει ο πολίτης με την ψήφο του στις βολευτικές εκλογές.Κανένας δημοκρατικός πολίτης είναι δυνατόν να δώσει ψήφο σε ηγεμόνες.Γιατί το μέλλον μας δεν είναι ο ηγεμονικός κομματικός μεσαίωνας.

Υ.Γ.Τελειώνοντας το κείμενο συνειρμικά το μυαλό μου πήγε στους στίχους του Σεφέρη:«Ας τους να τρώγουνται και ν΄ανεμοδέρνουνται ωσάν το κάτεργο που δένει μούδες.Καλώς μας ήρθατε στην Κύπρο, αρχόντοι. Τράγοι και μαϊμούδες!».

Φυσικά ο συνειρμός δεν είναι πετυχημένος. Ο Σεφέρης αναφερόταν σε αλλοεθνείς κατακτητές της Κύπρου. Από την άλλη, ίσως δεν υπολόγιζε ότι υπάρχουν και ομοεθνείς πολιτικοί κατακτητές.